Στον... αφρό της παγκόσμιας αγοράς πολυτελών φουσκωτών

Δεν υπάρχουν πολλές ελληνικές επιχειρήσεις που μπορούν να δημιουργήσουν ζήτηση για τα προϊόντα τους από το Σίδνεϊ της Αυστραλίας έως το Μαϊάμι των Ηνωμένων Πολιτειών και από τις Μαλδίβες έως το Ελσίνκι της Φινλανδίας. Ούτε υπάρχουν ελληνικές εταιρείες που μπορούν να σταθούν απέναντι σε μεγάλους ξένους ανταγωνιστές και μάλιστα για προϊόντα που βασίζονται στην τεχνολογία και στην καινοτομία, απευθυνόμενα στις ανώτερες εισοδηματικές κατηγορίες του καταναλωτικού κοινού. Η Technohull, μια ελληνική ανώνυμη εταιρεία κατασκευής και εμπορίας σκαφών αναψυχής και ναυτιλιακών ειδών με έδρα και εγκαταστάσεις στον Αλιμο και ναυπηγείο στο Λαύριο είναι μία από αυτές.

Εντονα εξωστρεφής επιχείρηση δραστηριοποιείται στο high end τμήμα της διεθνούς αγοράς των πολυτελών σπορ φουσκωτών σκαφών αναψυχής και κερδίζει μερίδια σε αυτή την απαιτητική κατηγορία απέναντι σε πολύ μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου. Πουλάει, με απλά λόγια, μεγάλα και ακριβά φουσκωτά επιδόσεων, αλλά με άψογο φινίρισμα και χώρους, συχνά καλύτερα από των ανταγωνιστών αλλά σε τιμές από 30% έως και 40% φθηνότερες. Πώς το καταφέρνει αυτό; «Με πολύ πολύ σκληρή δουλειά αλλά και με αυτοσυγκράτηση στα επιζητούμενα περιθώρια κέρδους», εξηγεί στην «Κ» ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Technohull, Γεράσιμος Πετράτος.

Οπως δείχνουν τα σχετικά στοιχεία, μπορεί και πουλάει ακόμα και μέσα στην έδρα μεγάλων νορβηγικών ναυπηγείων και να διακρίνεται σε διεθνή fora, εκθέσεις και διαγωνισμούς, αποσπώντας σειρά βραβεύσεων και πιστοποιήσεων. Ταυτόχρονα, έχει κερδίσει την προσοχή του διεθνούς εξειδικευμένου Τύπου και των κριτικών.

Πρόσφατα, μάλιστα, παρουσίασε ίσως το ταχύτερο παγκοσμίως σπορ φουσκωτό στην κατηγορία του (V-hull), το 38 ποδών Grand Sport, που είναι ικανό με τους κατάλληλους εξωλέμβιους κινητήρες και συγκεκριμένα τρεις εξωλέμβιους των 400 ίππων έκαστος, να επιτύχει ταχύτητες άνω των 100 ναυτικών μιλίων. Σωστά διαβάσατε, το ταχύτερο φουσκωτό αυτής της κατηγορίας στον κόσμο φαίνεται πως θα είναι ελληνικό. Το μυστικό του, όμως, δεν είναι οι κινητήρες, αλλά η τεχνολογία που έχει αναπτύξει για τον σχεδιασμό και κατασκευή της γάστρας του σκάφους, την οποία έχει ονομάσει DynaStream και, ασφαλώς, πατεντάρει. Τεχνολογία που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα από Ελληνες επιστήμονες και ναυπηγούς. Δεν αποτελεί ασφαλώς το βασικό μοντέλο της Technohull ούτε σειρά από την οποία περιμένει εμπορικά να μεγεθυνθεί, αλλά ένα μοντέλο-τρόπαιο, το οποίο είναι χειροπιαστή απόδειξη για το τι μπορεί να καταφέρει το ελληνικό αυτό ναυπηγείο. Την ίδια ώρα, ένα από τα εντυπωσιακότερα και πολυτελέστερα διεθνώς φουσκωτά επιδόσεων, το 45 ποδών Omega, έχει τέτοια ζήτηση που η Technohull κυριολεκτικά δεν προλαβαίνει να καλύψει τις παραγγελίες, παρά μόνον μετά την πάροδο αρκετών μηνών. Και όμως, η πελατεία, σε ποσοστό άνω του 70% από το εξωτερικό, είναι διατεθειμένη να περιμένει για να αποκτήσει το ελληνικό σκάφος. Και κάπως έτσι το εμπορικό σήμα της Technohull τείνει να γίνει πλέον διεθνώς συνώνυμο με τις υψηλές επιδόσεις, την τεχνολογία αιχμής και την ποιότητα στη θάλασσα. Η εταιρεία από δυο-τρία φουσκωτά που συναρμολογούσε το 2005 έκλεισε το 2017 με την παράδοση 50 σκαφών, ενώ για φέτος εκτιμάται πως θα αγγίξει τα 70. Την ίδια ώρα, οι πωλήσεις της από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000, προσέγγισαν πέρυσι τα 10 εκατ. ευρώ και φέτος είναι πολύ πιθανό να τα ξεπεράσουν. Το ίδιο, αν όχι πιο σημαντικό είναι βέβαια και το γεγονός πως από τρεις εργαζομένους το 2005 όταν και ξεκίνησε, έχει φθάσει σήμερα στους 50 πλήρως απασχολουμένους συν άλλους 20 ακόμα σε συνεργεία και εξωτερικούς εργολάβους. Αυτοί οι 70 άνθρωποι έχουν αναπτύξει απαράμιλλη τεχνολογία, σχεδιασμό και αισθητική, αφού διαφορετικά η μάρκα θα αδυνατούσε να σταθεί ως ίσος προς ίσο δίπλα σε διεθνείς κολοσσούς. Η Technohull σήμερα κάνει εξαγωγές σε όλη τη Βόρεια Ευρώπη και τη Μεσόγειο αλλά και προς Τουρκία, Ισραήλ, Μέση Ανατολή, Αυστραλία και Ηνωμένες Πολιτείες. Εξελίσσεται έτσι αθόρυβα σε έναν από τους καλύτερους πρεσβευτές του ελληνικού επιχειρείν στο εξωτερικό.

Σκάφη 100% ελληνικής κατασκευής

Δύσκολα θα πιστέψει κανείς πως τα σκάφη της Technohull είναι 100% ελληνικά. Και όταν λέμε 100%, εννοούμε τα πάντα εκτός από τους κινητήρες. Τόσο η βαθέος V γάστρες όσο και τα μπαλόνια τους κατασκευάζονται στην Ελλάδα. Το ίδιο και τα καθίσματα, τα ανοξείδωτα, τα ξύλινα εξαρτήματα και το κατάστρωμα, οι δεξαμενές καυσίμου και νερού, τα πάντα. Ολα από ελληνικά χέρια. Η Technohull δεν κάνει συναρμολόγηση εξαρτημάτων που εισάγονται από το εξωτερικό, πλην ελαχίστων ηλεκτρονικών κυρίως συστημάτων για τα οποία δεν υπάρχουν ελληνικές λύσεις. Ούτε «πατάει» σε ξένα σχεδιαστικά μοντέλα. Μπορεί κάποιες ακατέργαστες πρώτες ύλες, χημικά κυρίως, να εισάγονται, απουσία γαρ Eλλήνων παραγωγών ή έμπορων ελέω της κρίσης, πλην όμως ακόμα και η τελευταία βελονιά στις ταπετσαρίες των καθισμάτων γίνεται στην Ελλάδα. «Τα ποσά που επενδύουμε στην έρευνα και ανάπτυξη είναι από τα υψηλότερα παγκοσμίως για τον κλάδο μας και αναλογικά με τα μεγέθη μας», εξηγεί ο διευθύνων σύμβουλος της Technohull, Γ. Πετράτος. Σήμερα τα ναυπηγεία της εταιρείας έχουν αναπτύξει και παράγουν πέντε μοντέλα, όπως και το κατέχον το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας στην κατηγορία του, Grand Sport 38. Το εμβληματικό Omega 45 outboard είναι η ναυαρχίδα του. Το best seller όμως είναι το seaDNA999G5 και ακολουθούν τα Attitude 35, T909 και ο βενιαμίν T688. Αλλά η Technohull έχει ήδη αναπτύξει άλλα δύο μοντέλα που θα μπουν στις γραμμές παραγωγής το 2019 και το 2020. «Θα πάμε σταδιακά σε φουσκωτά επιδόσεων και υψηλών προδιαγραφών ανέσεων πάνω από 20 μέτρα», αποκαλύπτει ο κ. Γ. Πετράτος που δεν κρύβει την τάση της εταιρείας να αναπτύσσεται συνεχώς σε νέες αγορές και προϊόντα, αλλά σταδιακά και με προσεκτικά μελετημένα βήματα. Φυσικά οι εγκαταστάσεις στο Λαύριο και στον Αλιμο σύντομα δεν θα επαρκούν. Αυτή τη στιγμή στο Λαύριο γίνεται η παραγωγή και η συναρμολόγηση ολοκληρώνεται στον Αλιμο. Οι μονάδες λειτουργούν στο 100% της παραγωγικής τους δυναμικότητα έχοντας εξαντλήσει τα περιθώρια. Φέτος έχει προγραμματιστεί να συναρμολογηθούν και να πουληθούν 70 φουσκωτά από 50 το 2017. Ο στόχος για το 2020 είναι τα 100 σκάφη, ανεξάρτητα από το γεγονός πως η διεθνής αγορά δείχνει ικανή να απορροφήσει ακόμα περισσότερα. Και έτσι η Technohull Ανώνυμη Εταιρεία Κατασκευής και Εμπορίας Σκαφών Αναψυχής και Ναυτιλιακών Ειδών, όπως είναι η πλήρης ονομασία της, έχει ήδη δρομολογήσει την ανάπτυξη νέας μονάδας παραγωγής και συναρμολόγησης. Προς τούτο έχει ήδη εντοπίσει έκταση 5 στρεμμάτων στην οποία η διοίκηση εκτιμά πως μπορεί να βασίσει την επόμενη φάση μεγέθυνσης του ομίλου. Μια από τις κομβικές μονάδες του ομίλου είναι βέβαια αυτή του σχεδιασμού. Εχει δημιουργήσει έτσι το πρότυπο Technohull Design Team, που ερευνά, σχεδιάζει και αναπτύσσει τα νέα μοντέλα, χάρις στη χρήση προηγμένων προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και αλγορίθμων δομής σκάφους. Είναι αυτή η ομάδα που δημιούργησε μαζί με το management τα δύο νέα μοντέλα, το 38 ποδών Grand Sport και το 40 ποδών Explorer. Ενα από τα project της ήταν το 38 ποδών Grand Sport που η Technohull ισχυρίζεται πως θα είναι ικανό να πετύχει ταχύτητες που θα αγγίζουν ή και θα ξεπερνούν τα 100 μίλια την ώρα.

Το μυστικό της ανάπτυξης μέσα στην κρίση και οι πελάτες που έγιναν μέτοχοι

Πίσω από την επιτυχία της Tecnohull βρίσκονται δύο παλιοί πελάτες της που είδαν τις προοπτικές της και έγιναν οι ίδιοι μέτοχοι μπαίνοντας στην επιχείρηση. Πρόκειται για τον Γεράσιμο Πετράτο, που σήμερα ηγείται του managment και τον Βλάση Γεωργάτο γνωστότερο για την επιχειρηματική του δραστηριότητα στον κλάδο της εστίασης με το εμπορικό σήμα Γρηγόρης. Οι δύο άνδρες είναι μεγαλομέτοχοι του σχήματος, ενώ μικρότερο ποσοστό έχει και ο εκ των ιδρυτών της Tecnohull Βασίλης Τριζώνης. Η εταιρεία είχε ξεκινήσει το 2005 σχεδόν ερασιτεχνικά, συναρμολογώντας φουσκωτά με έτοιμα ως επί το πλείστον εξαρτήματα. Ναυπηγούσε περί τα τρία σκάφη τον χρόνο, αλλά σταδιακά και καθώς μεσουρανούσε τότε στην Ελλάδα η «χρυσή εποχή των φουσκωτών», αναπτύχθηκε και η παραγωγή έφτασε τα δέκα σκάφη ετησίως. Κάπου τότε αγόρασε ένα φουσκωτό της ο Πετράτος, ο οποίος το 2009 δέχθηκε να μπει στο μετοχικό κεφάλαιο και να ασχοληθεί προσωπικά με τη διοίκηση.

Σταδιακά η εταιρεία αποκτά σύγχρονες επιχειρηματικές δομές και δημιουργεί νέο προφίλ σκαφών και αρχίζει να μεγαλώνει. Η κρίση, όμως, κοντοζυγώνει και η ελληνική πελατεία αρχίζει να μειώνεται.

Ασπίδα οι εξαγωγές

Η Technohull το 2010 είχε στραφεί ήδη στις εξαγωγές, κίνηση που σε συνδυασμό με την ποιότητα των προϊόντων της και το managment προφανώς την προστάτευσε από τον Αρμαγεδδώνα που χτύπησε τον κλάδο τα επόμενα λίγα χρόνια. Από 75 κατασκευαστές και άλλους τόσους αντιπροσώπους ξένων φουσκωτών στις αρχές της δεκαετίας, σήμερα οι άξιοι λόγου εγχώριοι παραγωγοί όπως η Ribco, πρώην συνεργάτης της βρετανικής Scorpio και η Skipper, μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Την περίοδο 2012-2013 το 90% της παραγωγής της Technohull κατευθύνεται στις ξένες αγορές και αυτό όχι μόνον την κρατά όρθια αλλά της επιτρέπει να μεγεθυνθεί, αφού δεν αντιμετωπίζει προβλήματα όγκου πωλήσεων και ανείσπρακτων απαιτήσεων, όπως αυτά που βούλιαξαν πολλούς Ελληνες ανταγωνιστές της και πέταξαν εκτός αγοράς πλήθος αντιπροσώπων τότε. Το 2013 ήταν και το έτος που ένας άλλος πελάτης της Technohull θα πιστέψει σε αυτή και μπήκε στο μετοχικό κεφάλαιο.

Ο Βλάσης Γεωργάτος έγινε τότε ο μεγαλύτερος μέτοχος και με την Technohull να είναι πια ήδη ώριμη, η παρέα από τον Αλιμο βάζει πλώρη για να χτυπήσει μια θέση στην πρώτη κατηγορία παγκοσμίως. Από το 2013 έως και πέρυσι πρακτικά διπλασιάζει κάθε χρόνο την παραγωγή της.

Κύκλοι της αγοράς πιστεύουν πως εκτός από τις πραγματικά πολύ μεγάλες προοπτικές περαιτέρω αύξησης των εξαγωγών, μεσοπρόθεσμα θα επανέλθει η ζήτηση και από την ελληνική αγορά. Τα Technohull είναι βέβαια ακριβά σκάφη, αλλά φθηνότερα και συχνά καλύτερα από αυτά των ξένων ανταγωνιστών. Επιπλέον, η εγγενής ελληνική ροπή προς τη θάλασσα επιτρέπει αισιοδοξία όπως ακριβώς επέτρεψε τη γέννηση της Technohull και των άλλων επιτυχημένων ναυπηγικών εταιρειών σκαφών αναψυχής.

Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με παλιότερη μελέτη του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, η μέση αναλογία κατοχής σκαφών αναψυχής στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ένα σκάφος ανά εκατόν εξήντα τέσσερις (164) κατοίκους, όταν στην Ελλάδα η αναλογία ήταν στο πρώτο μισό της τρέχουσας δεκαετίας 1 σκάφος ανά 621 κατοίκους.

Μεγάλα περιθώρια

Η σύγκριση υποδηλώνει ότι δυνητικά και υπό συνθήκες μιας ακμάζουσας οικονομίας υπάρχει μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης του κλάδου στην εσωτερική αγορά. Στην Ελλάδα, με 16.500 χιλιόμετρα ακτογραμμή και περισσότερα από 3.000 επισκέψιμα νησιά, καταπληκτικές ακρογιαλιές, καθώς και μεγάλη διάρκεια καλού καιρού, υπάρχει η φυσική υποδομή για την ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού, ο οποίος με τη σειρά του μπορεί να ενισχύσει και τη βιομηχανία κατασκευής σκαφών.