Αντνάν Κασόγκι: Η αληθινή ιστορία του και ο Ανδρέας - Πρώτο ΘΕΜΑ

Μεσουράνησε τη δεκαετία του ’80. Αμφιλεγόμενος, εκκεντρικός, προκλητικά σπάταλος αλλά και εντυπωσιακά γενναιόδωρος, στροβιλίστηκε μεθυστικά επί δεκαετίες ανάμεσα στα πολυήμερα τζετ σετ πάρτυ του, στο χλιδάτο στυλ από τις «Χίλιες και Μία Νύχτες» και στις σκοτεινές πτυχές κακόφημων συναλλαγών.


Μανιώδης κυνηγός και διαβόητος τζογαδόρος, με φήμη θρυλικού γυναικά παρά αυθεντικού πλεϊμπόι, χάρη στο φανταχτερό χαρέμι του με τα επ’ αμοιβή «κορίτσια αναψυχής», συνδύασε ευέλικτα τον εκθαμβωτικά επιδεικτικό ηδονισμό με το παράτολμα προσοδοφόρο παζάρι. Το μείγμα τού χάρισε την πολυτέλεια της μεγάλης ζωής ενός μεγιστάνα, αλλά και τον οδήγησε στην παρακμή ενός καταφρονεμένου βίου. Για άλλους υπήρξε ένας καταχθόνιος Σαουδάραβας στυγνός έμπορος όπλων, για άλλους ένας ευφυής μεσάζοντας που κρατούσε πάντα τον λόγο του στις αμοιβαία επωφελείς διαμεσολαβήσεις του. Ο ίδιος ενθάρρυνε τον τελευταίο μύθο υπερτονίζοντάς τον σε ένα ατέρμονο κυνήγι εφήμερης λάμψης της υψηλής κοινωνίας. Φεύγοντας από τη ζωή στα 82 του άφησε σίγουρα σκελετούς να κρύβονται στο ντουλάπι του. Αλλά παρέδωσε για τη χρονοκάψουλα της υστεροφημίας του ως ένας Ωνάσης με αραβική κελεμπία τη ρήση: «Το χρήμα δεν είναι το παν. Είναι το μέσο για τα πάντα».

Η δημόσια εικόνα


Στρογγυλοπρόσωπος, φαλακρός, με περιποιημένο μουστάκι, περίπου 90 κιλά αλλά με μπόι 1,62 μ., συμπεριλαμβανομένου του τακουνιού των παπουτσιών, κυρίως όμως ατσούμπαλος, με φουσκωμένο στομάχι και στραβοκάνης, δεν ήταν ασφαλώς ο άνθρωπος που ξεχώριζε εμφανισιακά εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ στο κομψό γκουρμέ εστιατόριο «Quilted Giraffe» στην καρδιά του Μανχάταν. Πόσο μάλλον όταν, παρά τα 1.000 χειροποίητα κοστούμια που υπήρχαν στην γκαρνταρόμπα του, φορούσε μαύρο δερμάτινο, ίδιας απόχρωσης πουλόβερ με col roulé και μακρύ κασκόλ σαν Σιτσιλιάνος νονός. Ωστόσο οι σερβιτόροι περιφέρονταν πρόθυμα δίπλα σε αυτόν τον τακτικό πελάτη όπως οι μέλισσες γύρω από το μέλι. Ο δισεκατομμυριούχος Αντνάν Κασόγκι, με το μυστηριώδες βλέμμα και τα πονηρά μάτια, ανέκαθεν γνώριζε την αξία της σωστής δημόσιας εικόνας. Ακόμα και σε ένα μοναχικό δείπνο. Ο άνθρωπος που έφερε δισεκατομμύρια δολάρια στις πολεμικές βιομηχανίες -ένα σεβαστό μέρος από αυτά τα έριξε στη δική του τσέπη- συμπεριφερόταν σαν πρίγκιπας που σκορπούσε με γαλαντομία υπέρογκα φιλοδωρήματα.

Με την Πάρις Χίλτον τον Ιούλιο του 2008 στο Παρίσι

Εκείνη την Τρίτη, στις 25 Νοεμβρίου 1986, ξεκοκάλιζε με ανατολίτικη ραθυμία ένα καρέ αρνιού με κινεζική μουστάρδα, δροσίζοντας τον εξευγενισμένο ουρανίσκο του με αργές γουλιές κρασιού Petrus του ’79 αλλά και σαμπάνιας Krug του ’61. Η μόνιμη συνοδεία του από οκτώ σωματοφύλακες, με επικεφαλής έναν Νοτιοκορεάτη εκπαιδευμένο στις πολεμικές τέχνες, τον οποίο το αφεντικό του αποκαλούσε «Μr Kill» («κύριο Φονιά»), καθόταν, όπως πάντα, σε ετοιμότητα κοντά στην είσοδο. Ηταν μια συνηθισμένη βραδιά και η χαλαρότητα της ατμόσφαιρας από τους κατά κανόνα καλά ενημερωμένους πελάτες στο nouvelle cuisine εστιατόριο δεν προμήνυε κάτι εντυπωσιακό ή έκτακτο. Με την άνεση του καλοχορτασμένου, ο Σαουδάραβας μπίζνεσμαν μόλις τέλειωσε το δείπνο του δανείστηκε το τηλέφωνο της ρεσεψιόν -δεν υπήρχαν ακόμη κινητά- και κάλεσε τον πιλότο του ιδιωτικού αεροπλάνου του. Εκείνου του DC-8 τζετ, ενός εκ των τριών πολυτελών ιδιωτικών αεροπλάνων του, στο οποίο είχε φιλοξενήσει σε κυριολεκτικά αιθέρια πάρτυ την ελίτ του Χόλιγουντ, όπως τον Κάρι Γκραντ και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Ο ιδιοκτήτης του, πάντως, δεν φαινόταν αγχωμένος εκείνη τη νύχτα όταν στον πιλότο του αεροσκάφους ψιθύρισε: «Κράτησε τις μηχανές σε λειτουργία και το πλήρωμα σε ετοιμότητα». Ηταν η εποχή που για τον «AK», όπως του άρεσε να αυτοαποκαλείται από τα αρχικά των αυτόματων πυροβόλων Καλάσνικοφ, δεν υπήρχαν νόμοι, ουρανός και όρια. Το σκάνδαλο Ιράν - Κόντρας που θα ταρακουνούσε την κυβέρνηση Ρίγκαν ξέσπασε αργότερα εκείνη τη νύχτα. Αλλά ο κύριος ΑΚ, απόλυτα εμπλεκόμενος στη βρώμικη υπόθεση, είχε αναχωρήσει από κοσμικό εστιατόριο προς άγνωστη κατεύθυνση με μία από τις 100 ιδιόκτητες λιμουζίνες του. Αντίθετα ο γεννημένος στο Παγκράτι Ελληνοαμερικανός ηθοποιός Νίκος Μινάρδος, συνεργάτης του Κασόγκι, συνελήφθη από το FBI για τη συμμετοχή στο σκάνδαλο. Αν και το κατηγορητήριο αργότερα εξέπεσε, το κόστος της νομικής υπεράσπισής του τον οδήγησε στην πτώχευση και στο φινάλε της καριέρας του στο Χόλιγουντ.


Ο «ανέγγιχτος» Αντνάν Κασόγκι υπήρξε βασικός κρίκος στη μυστική πώληση όπλων από την αμερικανική κυβέρνηση προς το Ιράν, κατά παραβίαση του εξοπλιστικού εμπάργκο που του είχε επιβληθεί, ώστε οι μουλάδες να απελευθερώσουν Αμερικανούς ομήρους. Παράλληλα, με τα χρήματα της συναλλαγής χρηματοδοτήθηκαν για λογαριασμό των ΗΠΑ οι ακροδεξιές παραστρατιωτικές ομάδες Κόντρας για να συνεχίσουν τον ανταρτοπόλεμο εναντίον του αριστερού αντιαμερικανικού επαναστατικού καθεστώτος των Σαντινίστας στη Νικαράγουα. Η δύσοσμη υπόθεση συγκλόνιζε τον Λευκό Οίκο, αλλά το αυτί του πάμπλουτου μεσάζοντα όπλων δεν ίδρωνε. Ο Ψυχρός Πόλεμος δεν είχε ακόμη τελειώσει και ο ίδιος ήξερε, πάντα με γερές πλάτες, να αποφεύγει τις κακοτοπιές και να τακτοποιεί όλες τις «δουλειές» του.

Συμπεριλαμβανομένων της άσκησης αθέμιτης επιρροής, της δωροδοκίας, της παραπλάνησης της Εφορίας, του ξεπλύματος χρήματος, του εκβιασμού, της παρεμπόδισης της Δικαιοσύνης και πολλαπλών ρουσφετιών. Πάντα με το αζημίωτο και πάντα ελεύθερο πουλί. Ποτέ δεν καταδικάστηκε για κανένα αδίκημα. Είχε αφομοιώσει και δεν ντρεπόταν να παραδεχθεί με τον κυνισμό του σιναφιού του ότι το χρήμα κινεί τα πάντα.


Το απέδειξε τρία χρόνια αργότερα, μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου Ιράν - Κόντρας. Είχε υποστεί την ταπείνωση της σύλληψης και της κράτησης επί τρεις μήνες σε ένα κελί 2x3 στη φυλακή της Βέρνης, στην Ελβετία. Κατηγορούνταν από τις αμερικανικές αρχές για απόκρυψη κεφαλαίων στη δόλια πτώχευση μιας τράπεζας, καθώς και για συμμετοχή στην εκτεταμένη κατάχρηση και λεηλασία του πλούτου των Φιλιππίνων από τον έκπτωτο δικτάτορα της χώρας Φερντινάντ Μάρκος και τη σύζυγό του Ιμέλντα. Για λογαριασμό του ζεύγους των διακεκριμένων απατεώνων ο Κασόγκι είχε μεταφέρει κρυφά στη Γαλλία με το προσωπικό του τζετ 37 πίνακες με έργα των Ρούμπενς, Ελ Γκρέκο, Πικάσο και Ντεγκά, που το κατσαπλιάδικο ζευγάρι των Φιλιππινέζων δικτατόρων είχε αρπάξει με πρωτοφανή θρασύτητα από το Μητροπολιτικό Μουσείο της Μανίλα.


Στα κρατητήρια της Νέας Υόρκης


Οσο καιρό έδινε μάχη μαζί με μια μικρή στρατιά διεθνών μεγαλοδικηγόρων για να αποτρέψει την έκδοσή του στις ΗΠΑ, οι ξέχειλες από μετρητά τσέπες του δεν τον άφησαν να χάσει το καλό του γούστο. Παρήγγελνε καθημερινά στη φυλακή φαγητό υψηλής γαστρονομίας από το πολυτελές ξενοδοχείο «Schweizerhof», παρότι έπρεπε μετά να καθαρίσει υποχρεωτικά τη λεκάνη της τουαλέτας του κελιού του. Με τα χούγια ενός καλοζωισμένου κοσμικού παρά με τον χαοτικό παλμό ενός τυχοδιώκτη, απέτρεψε τη συντροφιά της μοναξιάς στη φυλακή πληρώνοντας για όσα προνόμια μπορούσε να απολαύσει ένας κρατούμενος.


Τελικά εκδόθηκε στις ΗΠΑ και με τη συνοδεία δύο Ελβετών αστυνομικών έφτασε με χειροπέδες σαν κοινός εγκληματίας στη Νέα Υόρκη με πτήση της Swissair από τη Γενεύη. Πέρασε την πρώτη του νύχτα στα τσιμεντένια κρατητήρια του μητροπολιτικού σωφρονιστικού κέντρου στο Κάτω Μανχάταν. Την επομένη παρουσιάστηκε με ιδρωμένη φαλάκρα και ατριμάριστο μουστάκι, ντυμένος με λαδί σαφάρι κοστούμι με χρυσά κουμπιά και επωμίδες, μπροστά στους δικαστές του γειτονικού ομοσπονδιακού δικαστηρίου, απ’ όπου αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Για άλλη μια φορά φαινόταν να βγαίνει λάδι. Επιβεβαιώθηκε έναν χρόνο αργότερα, όταν αθωώθηκε για όλες τις κατηγορίες ως υποδειγματικός και ευυπόληπτος πολίτης που «θαρραλέα κατέκτησε όνειρα που κανένας άλλος δεν τόλμησε καν να ονειρευτεί», όπως διέδιδαν τα ΜΜΕ.
«Δαπανώ για να αυγατίσω»


Ο Τύπος της εποχής τού χάριζε ογκώδεις διαστάσεις, κάτι ανάμεσα σε έναν Γαργαντούα του ξέφρενου lifestyle, ενός άσωτου σύγχρονου κροίσου και ενός μοντέρνου Μίδα των υπερκερδοφόρων deals. Οταν το περιοδικό «Τime» τον έκανε εξώφυλλο το 1987 με τίτλο «Εκείνοι οι σκιώδεις έμποροι όπλων», το άρθρο έγραφε ότι ο Κασόγκι δαπανούσε τότε 250.000 δολάρια την ημέρα για να διατηρήσει το υψηλό και πολυτελές στάτους του. Λεφτά που του περίσσευαν και τα διέθετε για την ενίσχυση του κύρους του. Η φιλοσοφία του άλλωστε συμπυκνωνόταν στο «δαπανώ για να αυγατίσω». Το συγκεκαλυμμένο παιχνίδι των διεθνών εξοπλισμών στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ήταν στην ακμή του και αυτός στην πιο υψηλή κορυφή του ως ο σουπερνόβα μεσάζοντας όπλων. Τότε η περιουσία του αποτιμάτο στα 4 δισ. δολάρια, που τον καθιστούσαν έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον πλανήτη. Είχε στην κατοχή του μια... χούφτα από 35 σπίτια στις καλύτερες διευθύνσεις του Παρισιού, των Καννών, της Μαδρίτης, του Μόντε Κάρλο, της Βηρυτού, της Ρώμης, των Καναρίων Νήσων. Το διαμπερές και αχανές ρετιρέ διαμέρισμά του στον 46ο όροφο του Olympic Tower, δίπλα στον καθεδρικό ναό του Αγίου Πατρικίου στην 5η Λεωφόρο του Μανχάταν, που δημιουργήθηκε από τη συνένωση 16 μικρότερων διαμερισμάτων, έγινε η αετοφωλιά του. Περιελάμβανε εσωτερική πισίνα, ολάνθιστους σκεπαστούς κήπους και αίθουσα χορού, απ’ όπoυ εξορμούσε για τα νυχτερινά ρωμαϊκά ξεφαντώματα στο «Studio 54», το ξέφρενο τσίρκο των σελέμπριτι εκείνης της εποχής.


Κόσμημα, όμως, των ιδιοκτησιών του ήταν το παραθαλάσσιο κτήμα του έκτασης 5.000 στρεμμάτων στη Μαρμπέγια, στην Κόστα ντελ Σολ της Ισπανίας. Το τεράστιο οικόπεδο και την υπέροχη βίλα, από τη βεράντα της οποίας ένα καθαρό απόγευμα μπορούσε να αντικρίσει τις αφρικανικές ακτές, αλλά και τον βράχο του Γιβραλτάρ, τα είχε αγοράσει από τον φαρμακοβιομήχανο Ανρί Ρουσέλ, πατέρα του Τιερί Ρουσέλ και παππού της Αθηνάς Ωνάση. Εξάλλου ο Σαουδάραβας επιχειρηματίας ήταν παρών στο γαμήλιο πάρτυ στο «Μαξίμ» του Παρισιού όταν η τραγική Χριστίνα Ωνάση παντρεύτηκε τον Τιερί. Ως εξέχουσα φυσιογνωμία του διεθνούς τζετ σετ καθόταν μάλιστα με φράκο, παπιγιόν και καμαρωτός σαν πιγκουίνος πλάι στη νύφη στο τραπέζι των νεονύμφων. Αφού απέκτησε την πρώην ιδιοκτησία του πεθερού της Χριστίνας, την ονόμασε «Μπαράκα», που σημαίνει καλή τύχη, ενώ με τον χλιδάτο μέχρι ξιπασιάς εξοπλισμό της συναγωνιζόταν το άλλο απέραντο ράντσο του στην Κένυα, καθώς και το μεγαλοπρεπές «Chateau Louis XIII» στη μεσογειακή Γαλλία με τον πύργο των 10.000 τ.μ. που περιβαλλόταν από το καλαίσθητο «οικοπεδάκι» των 268 στρεμμάτων. Ηταν, όμως, η Μπαράκα η εκθαμβωτική έδρα του που με τη φήμη της επισκίαζε ακόμη και την αίγλη των παλατιών της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας.


Εκεί, σε αυτόν τον υπερπροστατευμένο κιτς επίγειο παράδεισό του -με ένα στρας αυθεντικό πιάνο του Λιμπεράτσε, χρυσές καρέκλες, τηλεοράσεις κλειστού κυκλώματος παντού, φρουρούς σε φυλάκια με αυτόματα όπλα και τη μεγαλύτερη υπαίθρια ντίσκο του κόσμου με μαρμάρινη πίστα-, εφάρμοσε έως τα ακρότατα όρια τη φιλοσοφία του «δαπανώ για να αυγατίζω». Εχοντας πλέον απενοχοποιήσει δημοσίως τα επάγγελμά του ως «βαρόνου των πολέμων», γιόρτασε τα 50ά γενέθλιά του με ένα εντυπωσιακό πάρτυ που έμεινε στην ιστορία των απανταχού κοσμικών κύκλων ως μνημείο κακογουστιάς. Κάλεσε 400 άτομα με εκπροσώπους από τις πλουσιότερες, αριστοκρατικές και γαλαζοαίματες οικογένειες της Ευρώπης, καθώς και επιχειρηματίες, τραπεζίτες, πολιτικούς ηγέτες, Χολιγουντιανούς αστέρες και πρώην πράκτορες της CIA που αποδέχθηκαν «την πιο πολυπόθητη πρόσκληση από τη στέψη του Λουδοβίκου XIV» - όπως έγραψε ένας κοσμικογράφος. Οι καλεσμένοι, αφού πέρασαν κάτω από μια ψηλή αψίδα από τα διασταυρωμένα ξίφη που κρατούσαν 50 υπηρέτες με λιβρέες, δείπνησαν σε 50 μπουφέδες με απίθανα εξωτικά εδέσματα, ενώ η σαμπάνια Moet & Chandon έρρεε άφθονη και δροσερή μεταφερόμενη αδιαλείπτως από τα 15 παρκαρισμένα φορτηγά-ψυγεία που την κρατούσαν παγωμένη. Ενας καλεσμένος τού προσέφερε ως δώρο ένα ζωντανό λιοντάρι, άλλος ένα τσιντσιλά, ένας τρίτος τού υποσχέθηκε ένα άλογο, όλα για να εμπλουτίσουν τον στάβλο με τα καθαρόαιμα αραβικά άλογα και τους 20 εκλεκτούς επιβήτορες, καθώς και τη συλλογή του από 200 εξωτικά ζώα. Απαντες, όμως, θαύμαζαν τη μεγαλειώδη τούρτα του οικοδεσπότη, στην κορυφή της οποίας δέσποζε ένα τεράστιο χρυσό στέμμα φτιαγμένο από ζάχαρη. Ο σεφ της βίλας είχε επισκεφθεί το Μουσείο του Λούβρου για να μελετήσει και να αντιγράψει για την περίσταση στέμμα με το οποίο στέφθηκε αυτοκράτορας ο Λουδοβίκος XIV. Ως μετρ της τέχνης της συνάθροισης, ο Κασόγκι απολάμβανε το πάρτυ του καθισμένος ανάμεσα στην Μπρουκ Σιλντς, που τότε ήταν στα πολύ πάνω της, και την κοσμική πριγκίπισσα Γκλόρια φον Θουρν ουντ Τάξις που είχε δίπλα της τον Σον Κόνερι. Κλου της βραδιάς για ένα γλέντι που κράτησε πέντε συναπτά μερόνυχτα, η Σίρλεϊ Μπάσεϊ που τραγούδησε μελωδικά «Happy Birthday» στον εορτάζοντα. Η «ζημιά» εκείνης της καλοκαιρινής νύχτας του Ιουλίου του 1985 ανήλθε στα 6 εκατ. δολάρια.

Μεγάλωσε με τις σωστές παρέες


Αυτοδημιούργητος μεν αλλά όχι και φτωχός από κούνια, ο τουρκικής καταγωγής Κασόγκι γεννήθηκε στην ιερή πόλη της Μέκκας στις 25 Ιουλίου 1935, και ήταν το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά της οικογένειάς του. Από τα αδέλφια του μερικά έγιναν γνωστά διεθνώς, λιγότερο πάντως από τον ίδιο. Η αδελφή του Σαμίρα παντρεύτηκε τον Αιγύπτιο μεγαλοεπιχειρηματία Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου «Ritz» στο Παρίσι και του πολυκαταστήματος «Harrods» στο Λονδίνο και ήταν μητέρα του Ντόντι Αλ Φαγέντ, του τελευταίου συντρόφου της πριγκίπισσας Νταϊάνα, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί της στο δυστύχημα στο Παρίσι το 1997. Μια άλλη αδελφή του, η Σοχαΐρ Κασόγκι, είναι διακεκριμένη λογοτέχνης. Ο πατέρας τους, ο οποίος άσκησε τεράστια επιρροή στη ζωή της οικογένειάς του, ήταν ο γιατρός Μοχάμαντ Κασόγκι, ο πρώτος που χειρίστηκε διαγνωστικό μηχάνημα με ακτίνες Χ στην αραβική χερσόνησο.
Στην εφηβεία του οι γονείς του τον έστειλαν για σπουδές στο κολλέγιο αρένων Victoria στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου συμμαθητής του ήταν ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας.


Κατόπιν έφυγε για την Αμερική για σπουδές μηχανικού στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Chico. Η εμπειρία στην πανεπιστημιούπολη για τον νεαρό Σαουδάραβα ήταν συγκλονιστική. Ανετη, χωρίς περιορισμούς ζωή, άφθονες συναναστροφές, μπόλικη διασκέδαση και κυρίως πολλά αδέσμευτα ελευθεριάζοντα κορίτσια. Αγκάλιασε αυτομάτως με ζέση κάθε πτυχή της αμερικανικής κουλτούρας, καλή ή στραβή. Πολύστροφος, ωστόσο, δεν άργησε να καταλάβει ότι οι σπουδές έπονταν των ευκαιριών και το έριξε έξω ξεφαντώνοντας στη λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας. Αν και οι Σαουδάραβες φοιτητές στο εξωτερικό λάμβαναν επισήμως μόνο 200 δολάρια τον μήνα, το ποσό που ήταν εγκεκριμένο από την κυβέρνηση, αυτός έστησε ένα χαϊχλίδογλου ίματζ. Νοίκιασε ένα σπίτι με πισίνα, προσέλαβε μπάτλερ, σοφέρ και κηπουρό για να ανοιχτεί με στυλ σε υψηλότερες διασυνδέσεις. Το κομπόδεμα γι’ αυτές τις δαπάνες το είχε κιόλας εξασφαλίσει με έναν μοναδικό για την εποχή τρόπο: είχε μεσολαβήσει ώστε η χώρα του να αγοράσει από αμερικανικές εταιρείες βαρέα φορτηγά αξίας 3 εκατ. δολαρίων, με τα οποία η σαουδαραβική κυβέρνηση θα ενίσχυε την Αίγυπτο στον πρώτο της πόλεμο με το Ισραήλ. Για τη μεσιτεία του είχε πάρει τότε προμήθεια 150.000 δολάρια. Ηταν το πρώτο του μεγάλο κόλπο, όταν το ημερολόγιο έγραφε σωτήριον έτος 1956. Και ήταν μόλις 21 χρόνων.


Για τα μάτια του κόσμου γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, από το οποίο δεν αποφοίτησε ποτέ. Οι προτεραιότητες γι’ αυτόν τον οπλισμένο με επιμονή και πειστικότητα κοντό Μεσανατολίτη ήταν εντελώς διαφορετικές από την απόκτηση ενός πτυχίου. Η συγκυρία τον βοηθούσε στα σχέδιά του. Το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας είχε αρχίσει να ενδιαφέρεται για εξοπλιστικά προγράμματα. Και αυτός ήταν ο ιδανικός άνθρωπος για να μεσολαβήσει μεταξύ του πάμπλουτου κράτους με τα τεράστια έσοδα από το πετρέλαιο και τους εξαιρετικά πρόθυμους πωλητές αμυντικών συστημάτων. Ξεκίνησε με προμήθεια 2,5% και τελικά έφτασε να παίρνει 15% από αμερικανικές βιομηχανίες όπλων. Η πρώτη του πραγματικά μεγάλη μπάζα έγινε κατά τον πόλεμο των Εξι Ημερών, το 1967, όταν οι Σαουδάραβες οδηγήθηκαν σε ντελίριο σπατάλης για αμυντικό στρατιωτικό υλικό. Στο ξέφρενο κυνήγι οπλικών συστημάτων ακολούθησαν και οι άλλες αραβικές χώρες. Και ο ενημερωμένος Κασόγκι περισσότερο από πληροφόρηση παρά από ένστικτο ήταν πάντα ένα βήμα μπροστά από τις παραγγελίες και παρών στη σωστή στιγμή της κάθε συμφωνίας.

Οι γάμοι και τα call girls


Είχε πλέον χωρίσει μετά από 13 χρόνια γάμου από την Αγγλίδα Σάντρα Ντέιλι, η οποία ασπάστηκε το Ισλάμ και πήρε το όνομα Σοράγια και του χάρισε πέντε παιδιά. Τέσσερα χρόνια μετά το διαζύγιο παντρεύτηκε, το 1978, την Ιταλίδα Λάουρα Μπιανκολίνι, η οποία επίσης ασπάστηκε το Ισλάμ παίρνοντας το όνομα Λάμια και του χάρισε έναν ακόμη γιο. Το 1991 παντρεύτηκε, σύμφωνα με τη θρησκεία του, μία ακόμη, «επιπρόσθετη» σύζυγο, την Ιρανή Σαχπαρί Ζανγκανέχ, με την οποία απέκτησε έναν γιο και μία κόρη πριν τη χωρίσει, για να συνεχίσει τον μονογαμικό του βίο με τη σταθερή σύζυγό του Λάμια.

Για τη συντηρητική, σχεδόν φεουδαρχική, σαουδαραβική κοινωνία ο πολύτεκνος Κασόγκι ήταν ένας καθωσπρέπει οικογενειάρχης, δίχως αμαρτωλές εξωσυζυγικές σχέσεις. Την ίδια ώρα τα ιλουστρέ αλλά και τα περιοδικά κοινωνικής κριτικής τον περιέγραφαν ως την επιτομή της ασωτίας και της λατρείας του αγοραίου έρωτα. Πανάκριβα call girls και συνοδοί πολυτελείας, μοντέλα και στάρλετ που εκδίδονταν περιστασιακά ή μονιμότερα όλες, από 18 έως 24 ετών, συντρόφευαν... κατά μόνας ή κατά ριπάς τον κύριο ΑΚ.

Συχνά υπό τις εντολές του μεγαλοπελάτη τους, αλλά και των διάφορων μαστροπών μαντάμ που τις προωθούσαν, οι νεαρές παρείχαν με το αζημίωτο τις επιδέξιες υπηρεσίες τους και στους τζετ σετ καλεσμένους του δισεκατομμυριούχου εμπόρου όπλων συνήθως σε κάποιο από τα πέντε καταστρώματα του φημισμένου ιδιωτικού γιοτ του. Το περίφημο σκαρί μήκους 86 μέτρων -το μεγαλύτερο ιδιωτικό σκάφος στον κόσμο στα 80s-, που το είχε βαφτίσει με τον όνομα της κόρης του «Nabila», είχε χρησιμοποιηθεί για τα γυρίσματα της ταινίας του Τζέιμς Μποντ «Ποτέ μη λες ποτέ». Το πλωτό παλάτι με τα αλεξίσφαιρα τζάμια διέθετε κινηματοθέατρο, δύο σάουνες, μία πισίνα, μία ντίσκο, μπάνια τζακούζι με ατόφια χρυσά σπιράλ και μπαταρίες, αίθουσα μπιλιάρδου και 11 πολυτελείς σουίτες επενδυμένες με λευκό σαμουά, οι οποίες τακτικά μετατρέπονταν με την ενθάρρυνση του ιδιοκτήτη σε πλατό ζωντανού πορνό με τα κορίτσια αναψυχής - ποιος Τζέιμς τώρα; Το θαυμαστό αυτό πλοίο, στο οποίο μία φορά προσλήφθηκε έναντι αδράς αμοιβής και το ροκ συγκρότημα Queen για να παίξει σε ένα πάρτυ γενεθλίων, είχε και μια ελαφρώς μακάβρια προσθήκη. Πλάι στο νοσοκομείο μετά χειρουργείου υπήρχε και ένα νεκροτομείο με φέρετρα - όχι για να γυριστούν σκηνές από κάποιο θρίλερ. Το αφεντικό του σκάφους είχε πάντα την προνοητικότητα να σκέφτεται τι μπορεί να συμβεί στον ίδιο και τους επιβάτες του αν κάποτε όλα πήγαιναν κατά διαόλου. Τα πράγματα στράβωσαν μόνο μέχρι του σημείου η «Nabila» να κατασχεθεί αρχικά από τον σουλτάνο του Μπρουνέι λόγω της αθέτησης πληρωμής ενός δανείου του Κασόγκι. Και τελικά, στην πιο ολέθρια εκδοχή για την αίγλη του αρχικού ιδιόκτητη, το γιοτ κατέληξε στα χέρια του σημερινού προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, στο τέλος της δεκαετίας του ’80.


Ο Σαουδάραβας έμπορος όπλων το καλοκαίρι του 1977 στον Σεν Τροπέ την ώρα που κατεβαίνει από το γιοτ του


Ο Ανδρέας Παπανδρέου και το γιοτ του Κασόγκι

Από μια ανυποψίαστη συγκυρία το ίδιο πλωτό σκάφος ενεπλάκη και στους διαξιφισμούς της ελληνικής πολιτικής σκηνής στα μέσα των 80s. Χύθηκε πολύ μελάνι εικασιών από τον αντιπολιτευόμενο Τύπο στην τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ περί υποτιθέμενης κρουαζιέρας του Ανδρέα Παπανδρέου με το γιοτ των οργίων του Κασόγκι. Χωρίς αποδείξεις, δίχως φωτογραφίες, ελλείψει μαρτυριών ή στοιχείων, χρέωναν αυθαίρετα στον τότε πρωθυπουργό στενή προσωπική φιλία με τον Σαουδάραβα έμπορο όπλων. Πέρα από το ότι αμφότεροι είχαν λίγους στενούς και ελάχιστους έμπιστους φίλους, δεν υπήρχε κοινό υπόβαθρο για να αναπτύξουν την οικειότητα και την εγκαρδιότητα που χαρακτηρίζει και τους απλούς φίλους. Ο ένας ήταν διανοούμενος καθηγητής και ο άλλος μιζαδόρος νταραβεριτζής. Ο πρώτος φημιζόταν για τη διάπλατη γοητεία που ασκούσε ακόμη και στους αντιπάλους του, ο δεύτερος ήταν διεθνώς γνωστός για τον στοχευμένο και ιδιοτελή μαγνητισμό του. «Αν κριτήριο για την οποιαδήποτε μεταξύ τους φιλία», λέει παλιά δημοσιογραφική καραβάνα της εποχής, «ήταν ότι και οι δύο μίλαγαν καλά αγγλικά, τους άρεσαν οι γυναίκες, έπιναν το κάτι παραπάνω, έρεπαν στα γλέντια και ήταν μετρ στο “ψηστήρι”, τότε υπό αυτή την έννοια οι μισοί άνδρες της γης είναι τουλάχιστον κολλητοί». «Στη πραγματικότητα», συνεχίζει, «μια μερίδα αντιπάλων του Ανδρέα εκμεταλλεύτηκε τις μεγαλορρήμονες καυχησιές κάποιων ανάλαφρων περιφερόμενων στο ευρύτερο πρωθυπουργικό περιβάλλον, οι οποίοι ονειρεύονταν να δουν τον “μεγάλο” και ως διακεκριμένο μέλος του διεθνούς κλαμπ κοσμικοτήτων, τη χλιδάτη σημαία του οποίου περιέφερε
ο Κασόγκι».

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 είχε χυθεί πολύ μελάνι από τον αντιπολιτευόμενο Τύπο εναντίον της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, κάνοντας λόγο περί υποτιθέμενης κρουαζιέρας του Ανδρέα Παπανδρέου με το γιοττων οργίων του Κασόγκι

Η αλήθεια είναι ότι το 1984 ο Κασόγκι είχε έρθει με το ιδιωτικό του αεροπλάνο στην Αθήνα. Λέγεται ότι τον είχε υποδεχτεί ο Αντώνης Λιβάνης, γενικός -τότε- διευθυντής του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού και αενάως εξ απορρήτων του Ανδρέα. Τον είχε μάλιστα συνοδέψει στο Καστρί, όπου τον υποδέχθηκε θερμά ο Παπανδρέου και συζήτησαν μεταξύ τους για κάμποση ώρα. Προφανώς η κουβέντα τους περιστράφηκε στο καυτό θέμα της περιβόητης αγοράς του αιώνα. Δηλαδή στην κυβερνητική παραγγελία 80 πολεμικών αεροσκαφών.
Εξάλλου τότε ο Κασόγκι πλάσαρε τον εαυτό του ως έμπορο με πολιτική ευθύνη, υπονοώντας ότι είχε επωμιστεί με τα λεφτά των προμηθειών του τη μεγαλεπήβολη -αλλά άκαρπη όπως αποδείχθηκε- επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος. Τελικά ο Κασόγκι μεσολάβησε για την αγορά από την Ελλάδα των 40 Μirage 2000 από τη Γαλλία και τη βιομηχανία Dassault και όχι, όπως πολλοί ανέμεναν, την αγορά των 40 ακόμη μαχητικών αεροσκαφών F-16 από τις ΗΠΑ και την General Dynamics. Κάπου εκεί τέλειωσε και ο ρόλος του στην «αγορά του αιώνα».

Η ολιγοήμερη πάντως παραμονή του στην Αθήνα διανθίστηκε από τις όχι και τόσο απρόσμενες υπερβολές σε στυλ ότι κατά τη διαμονή του στο ξενοδοχείο «Ledra Marriott» στη λεωφόρο Συγγρού είχε νοικιάσει τις υπηρεσίες τριών καλλονών σε ξεχωριστά δωμάτια, στα οποία έκανε αλλεπάλληλες αγχολυτικές «εφόδους» κατά τη διάρκεια της νύχτας. Φερόταν, ακόμη, κατά τα δείπνα του στο επώνυμο multi ethnic εστιατόριο «Kona Kai» να συνοδεύεται από έναν μασέρ ο οποίος του έκανε μαλάξεις όταν σταματούσε να τρώει, για να συνεχίσει κατόπιν με μεγαλύτερη όρεξη. Για τον ιδιότροπο, εκκεντρικό και φιλήδονο Κασόγκι αυτά ήταν ρουτίνα. Οσο για τις υποτιθέμενες φιλίες του επί εγχώριου εδάφους, αυτές δεν ξεπερνούσαν την εξυπηρέτηση εκατέρωθεν συμφερόντων. Ο ίδιος άλλωστε τόνιζε ότι όταν πληρώνεις για να ασκήσεις επιρροή αυτό λέγεται «διαφθορά», όταν πληρώνεσαι για να είναι όλοι ευχαριστημένοι αυτό αποκαλείται «προμήθεια» για τις υπηρεσίες σου. Το τελευταίο θα μπορούσαν να το πιστοποιήσουν και τα δεκάδες call girls που ξάπλωσαν επί μισθώσει στο κρεβάτι του.

Τα χρέη και η επιβαρυμένη υγεία

Από τη δεκαετία του ’90 και μετά η αστραφτερή εικόνα του Κασόγκι άρχισε να ξεθωριάζει αποκαλύπτοντας στη φθορά της το λυκόφως ενός επιχρυσωμένου τενεκέ. Χρέη, χρέη, τρελά χρέη. Σε καζίνο, τράπεζες και πολυεκατομμυριούχους μουσουλμάνους πρίγκιπες. Προβλήματα ρευστότητας και δικαστικές διαμάχες τον οδήγησαν σε εκποίηση και κατασχέσεις σπιτιών, σκαφών και αεροπλάνων. Η πτώχευση του χτύπησε με αδυσώπητα εκκωφαντικό βρόντο την άλλοτε θωρακισμένη, διάτρητη πλέον πόρτα του. Η σαουδαραβική βασιλική οικογένεια του γύρισε περιφρονητικά την πλάτη, οι άλλοτε ευνοημένοι τον απέφευγαν, οι υψηλές επαφές του στην Ουάσινγκτον ατόνησαν, οι μεγαλόσχημοι που κάποτε τσαλαπατιούνταν μέχρι συνθλίψεως για να χωρέσουν στις περίλαμπρες δεξιώσεις του εξαφανίστηκαν, ο κάποτε κραταιός Ρίγκαν ήταν πλέον ένας απόμαχος γεράκος της πολιτικής, όπως και ο καταφρονεμένος Νίξον.

Οι σημαντικοί προστάτες του, όπως ο Σάχης του Ιράν και ο Γκαφάρ Αλ Νιμέιρι, πρόεδρος του Σουδάν, ήταν πια έκπτωτοι και ορθώς δαιμονοποιημένοι για υπέρογκες καταχρήσεις και διαφθορά. Υποβλήθηκε και σε μια εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς, την ουλή της οποίας επιδείκνυε φιλάρεσκα πίσω από τα ανοιχτά κουμπιά του πουκαμίσου του στο στήθος, ενώ ταξίδευε πια με τα αεροπλάνα της γραμμής. Η εποχή είχε αλλάξει. Τέλος τα μεγαλεία και οι δόξες. Είχε φτάσει η ώρα της Νέμεσης. Φτωχός δεν ήταν, καθώς διέθετε την ενστικτώδη ικανότητα να διαισθανθεί άμεσα τα πρώτα σημάδια της πτώσης της αποτυχίας και του ξεθωριάσματος της τύχης. Είχε κάνει τα κουμάντα του και ζούσε με επιβαρυμένη υγεία ανάμεσα στο Ριάντ και το Μονακό οραματιζόμενος μέσα στην ανημποριά του νέες ευκαιρίες για να επαναξιοποιήσει το ταλέντο του. Μάταια όμως. Ηταν πια πολύ αργά και ο ίδιος πολύ λίγος για προσοδοφόρα ρίσκα.

Κι αν μερικές φορές, υποστήριζε, συμπεριφέρθηκε ανήθικα, το έκανε για ηθικούς λόγους. Τρίχες! Σαν τις λιγοστές βαμμένες με καραμπογιά που είχαν απομείνει στο κεφάλι του. Στη συνείδηση του κόσμου, πόσο μάλλον των τυραννισμένων από βάρβαρους πολέμους, ίσως θα έμενε σαν μια αναξιομνημόνευτη αλαζονική φιγούρα που κατάφερνε πάντα να βγαίνει λάδι. Μια μικρή μουντζούρα στις λαδωμένες σελίδες μιας υπερφίαλης εποχής.