Το 2019 η Ελλάδα ήταν ο τρίτος δημοφιλέστερος προορισμός σε ναυλώσεις παγκοσμίως, κατέχοντας το 17% της παγκόσμιας αγοράς yachting, μετά τη Νότια Γαλλία (20%) και την Ιταλία (19%). Μπορεί όμως να τα πάει και καλύτερα εφόσον βελτιωθεί το θεσμικό πλαίσιο, καθώς διαθέτει όλα τα εχέγγυα ενός κορυφαίου προορισμού.
Μαζί με τα yachts έρχονται και οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες εξηγεί μιλώντας στην «Κ» ο Μισέλ Χρυσικόπουλος, Global Managing Partner, στην International Yacht Company (IYC), μία από τις μεγαλύτερες εταιρίες yachting παγκοσμίως, με ηγετική θέση στις αγοραπωλησίες, ναυλώσεις, ασφαλίσεις και διαχειρίσεις θαλαμηγών.
Η IYC, που εδρεύει στο Fort Lauderdale της Φλόριντα, διαθέτει παρουσία σε 14 πόλεις και διαχειρίζεται τον μεγαλύτερο στόλο ναυλώσεων μεγάλων θαλαμηγών παγκοσμίως με πάνω από 110 τέτοια σκάφη, ενώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια βρίσκεται στις τρεις κορυφαίες εταιρίες σε πωλήσεις yachts διεθνώς.
– Ποια είναι η κατάσταση του ελληνικού yachting σήμερα;
– Το yachting είναι ένας κλάδος που παραδοσιακά πήγαινε καλά στην Ελλάδα. Η αγορά σκαφών παρουσίασε μία κάμψη την πενταετία 2010-2015, κυρίως στις μικρότερες κατηγορίες, αλλά στα mega yachts άνω των 40 μέτρων η πορεία υπήρξε ανοδική. Αλλωστε, οι Ελληνες ιδιοκτήτες βρίσκονται στην 3η θέση της παγκόσμιας αγοράς.
Ανοδική υπήρξε η πορεία και σε παγκόσμιο επίπεδο με 37% αύξηση στις πωλήσεις σκαφών άνω των 24 μέτρων. Πολλοί ιδιοκτήτες, εν μέσω της κρίσης, επέλεξαν να βγάλουν επαγγελματική άδεια, με αποτέλεσμα να διατίθενται προς ενοικίαση σήμερα ορισμένα από τα καλύτερα σκάφη στον κόσμο. Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με το Yachtfolio, τη βασική πλατφόρμα κρατήσεων της αγοράς, υπάρχουν στην Ελλάδα 200 επαγγελματικά σκάφη πάνω από τα 24 μέτρα με ελληνική άδεια και ο αριθμός τους αυξάνεται κάθε χρόνο.
– Γιατί η Ελλάδα αναπτύσσεται στην αγορά ναυλώσεων;
– Η Ελλάδα έχει χτίσει ένα πολύ δυνατό brand name τα τελευταία χρόνια και προορισμοί όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη προωθούνται από διεθνή μέσα. Ετσι το 70% των ναυλωτών ζητεί να περάσει λίγες τουλάχιστον ημέρες σε αυτά τα νησιά. Η Ελλάδα ήταν πάντα δημοφιλής, αλλά ωφελείται ιδιαιτέρως όσον αφορά το yachting και από το γεγονός ότι διαθέτει πολυνησία και τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στη Μεσόγειο.
Το 2019 ήταν ο τρίτος δημοφιλέστερος προορισμός σε ναυλώσεις παγκοσμίως κατέχοντας το 17% της παγκόσμιας αγοράς, μετά τη Νότια Γαλλία (20%) και την Ιταλία (19%). Η αύξηση του στόλου και του επιπέδου της ποιότητας των υπηρεσιών σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των υποδομών και των διαθέσιμων υπηρεσιών έχει φέρει την Ελλάδα στο προσκήνιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας μας, το 92% των ναυλωτών προέρχεται εκτός Ελλάδος (50% Αμερική, 27% Ευρώπη, 8% Ρωσία). Οι ναυλώσεις σκαφών όμως δεν αφορούν αποκλειστικά σε mega yachts, αλλά και σε μικρότερα σκάφη, όπως φουσκωτά και μικρότερα ιστιοπλοϊκά και καταμαράν, η ναύλωση των οποίων έχει ανθίσει την τελευταία τριετία.
– Βοηθάει η αύξηση των ναυλώσεων την ελληνική οικονομία;
– Η αγορά αυτή προσελκύει μια κατηγορία τουριστών, με πολύ υψηλή αγοραστική δύναμη. Η μέση ναύλωση διαρκεί επτά ημέρες με το κόστος την περίοδο Ιούλιου - Αύγουστου να κυμαίνεται από 30.000 ευρώ για ένα σκάφος 24 μέτρων έως 300.000 ευρώ για ένα νέας κατασκευής 55 μέτρων. Αυτά συνοδεύονται και από σημαντικές δαπάνες για πετρέλαια, τρόφιμα, μεταφορικά, ελλιμενισμό, αναψυχή, εστίαση κ.λπ.
Οι δαπάνες αυτές έχουν σημαντικό θετικό αντίκτυπο στην οικονομία μικρότερων νησιών. Επιπλέον δημιουργεί ευκαιρίες επαγγελματικής απασχόλησης. Ενα yacht άνω των 24 μέτρων μπορεί να απασχολήσει από 4 έως και 30 άτομα πλήρωμα, ανάλογα με το μέγεθός του. Σήμερα εκτιμάται ότι απασχολούνται στο yachting έμμεσα και άμεσα πάνω από 45.000 επαγγελματίες στην Ελλάδα.
Επιπλέον, το επίπεδο τεχνογνωσίας στα ελληνικά ναυπηγεία είναι υψηλό με ανταγωνιστικές τιμές. Η ανάπτυξη του yachting δημιουργεί ταυτόχρονα και ανάγκες για επένδυση σε σχετικές υποδομές. Ηδη έχουν ανακοινωθεί έργα όπως ο εκσυγχρονισμός μαρινών στην Αθήνα (π.χ. Αλιμος, Ελληνικό) αλλά και σε νησιά (π.χ. Χίος).
– Πώς βλέπετε τις προοπτικές του κλάδου;
– Είμαι σίγουρος ότι η αγορά θα συνεχίσει να αναπτύσσεται. Εργα όπως το Ελληνικό, η επέκταση του αεροδρομίου της Αθήνας, η ανάπτυξη των περιφερειακών αεροδρομίων και η δημιουργία του δικτύου υδατοδρομίων θα βοηθήσουν. Η συνεχής ενδυνάμωση της εικόνας της Ελλάδας θα έχει θετικό αντίκτυπο και στον κλάδο του yachting.
Ο ελληνικός στόλος προσφέρει κάποια από τα πιο αναγνωρίσιμα σκάφη διεθνώς και ως αποτέλεσμα αυξάνεται η ζήτηση και μεγαλώνει το ποσοστό των επαναλαμβανόμενων πελατών. Συγχρόνως, υπάρχει η δυνατότητα να παραταθεί η περίοδος των ναυλώσεων. Τώρα το 65% των ναυλώσεων πραγματοποιείται Ιούλιο-Αύγουστο. Ηδη δουλεύουμε μεθοδικά ώστε να αυξήσουμε τη ζήτηση και τους υπόλοιπους μήνες, από τον Μάιο έως και τον Οκτώβριο με σύμμαχο τον καλό καιρό.
– Είναι επαρκές το θεσμικό πλαίσιο ή δημιουργεί προσκόμματα;
– Μέχρι το 2017 τα σκάφη χωρίς ελληνική επαγγελματική άδεια είχαν τη δυνατότητα να ναυλώνονται στην Ελλάδα οπότε και να επιτρέπεται η επιβίβαση ή η αποβίβαση σε ελληνικό λιμάνι. Το Δεκέμβριο του 2017 η νομοθεσία άλλαξε και τα σκάφη αυτά έπρεπε να ξεκινούν και να τελειώνουν τον ναύλο εκτός ελληνικών υδάτων, χωρίς να επιτρέπεται έκτοτε ούτε η επιβίβαση ούτε η αποβίβαση.
Ενώ το τότε θεσμικό πλαίσιο ευνόησε τα σκάφη με ελληνική επαγγελματική άδεια, αυξάνοντας την πληρότητά τους, η ζήτηση σκαφών τα τελευταία δύο χρόνια στην Ελλάδα αποδείχθηκε μεγαλύτερη από την προσφορά.
Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι το κενό αυτό ευνόησε ναυλώσεις σε άλλες χώρες της Μεσογείου. Η δυνατότητα σε διερχόμενα επαγγελματικά σκάφη χωρίς ελληνική επαγγελματική άδεια να ενταχθούν στον ελληνικό στόλο θα βοηθούσε στην προσέλκυση μεγαλύτερων σκαφών, τα οποία θα άφηναν και μεγαλύτερα έσοδα.
Σήμερα στη χώρα, σύμφωνα με το Yachtfolio υπάρχουν μόλις 16 σκάφη πάνω από 60 μέτρα με ελληνική επαγγελματική άδεια διαθέσιμα προς ενοικίαση, (13% του παγκόσμιου στόλου στην κατηγορία αυτή), ενώ ο αντίστοιχος αριθμός στη Νότια Γαλλία και Ιταλία είναι 80 (65% του παγκόσμιου στόλου).
Να υπογραμμιστεί πως τα διερχόμενα επαγγελματικά σκάφη που δεν έχουν ελληνική επαγγελματική άδεια ώς τώρα δεν αποδίδουν ΦΠΑ και κανέναν απολύτως φόρο εκτός του Τέλους Πλοίων Αναψυχής και Ημερόπλοιων (ΤΕΠΑΗ) για τις ημέρες που παραμένουν σε ελληνικά χωρικά ύδατα. Εχει θεσμοθετηθεί αλλαγή στην πολιτική αυτή, η οποία θα ενισχύσει με επιπλέον έσοδα την ελληνική οικονομία αλλά μένει να εφαρμοστεί.