H Koμισιόν ανακοίνωσε ότι αποφάσισε σήμερα να αποστείλει προειδοποιητικές επιστολές στην Κύπρο και άλλα δύο κράτη (Ελλάδα και Μάλτα) για μη είσπραξη του ορθού ποσού του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) σε ό,τι αφορά τη μίσθωση σκαφών αναψυχής, σε σχέση με τις πρόσφατες αποκαλύψεις των "Paradise Papers", υποστηρίζοντας ότι "το θέμα αυτό μπορεί να προκαλέσει σημαντικές στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό".
Η Κομισιόν αναφέρει σήμερα ότι η υπόθεση των "Paradise Papers" έφερε στο φως εκτεταμένη φοροδιαφυγή ΦΠΑ στον τομέα των σκαφών αναψυχής, η οποία διευκολύνεται από ορισμένους εθνικούς κανόνες που δεν συνάδουν με το δίκαιο της ΕΕ.
Συγκεκριμένα η μειωμένη βάση υπολογισμού του ΦΠΑ για τη χρηματοδοτική μίσθωση σκαφών αναψυχής – ένα γενικό καθεστώς ΦΠΑ που προβλέπεται από την Κύπρο, την Ελλάδα και τη Mάλτα - επιτρέπουν στα κράτη μέλη να μην φορολογούν την παροχή υπηρεσιών σε περίπτωση που η πραγματική χρήση του προϊόντος γίνεται εκτός ΕΕ, οι εν λόγω κανόνες δεν επιτρέπουν να εφαρμόζεται γενική κατ` αποκοπή μείωση χωρίς αποδεικτικά στοιχεία του τόπου όπου γίνεται η πραγματική χρήση.
Η Μάλτα, η Κύπρος και η Ελλάδα έχουν θεσπίσει κατευθυντήριες γραμμές βάσει των οποίων όσο μεγαλύτερο είναι το σκάφος, τόσο λιγότερο θεωρείται ότι η χρηματοδοτική μίσθωση γίνεται σε ύδατα της ΕΕ, γεγονός που μειώνει σημαντικά τον εφαρμοστέο συντελεστή ΦΠΑ, αναφέρει η Κομισιόν.
Η Κομισιόν τονίζει ότι είναι εσφαλμένη φορολόγηση, στην Κύπρο και τη Μάλτα, των αγορών σκαφών αναψυχής μέσω της λεγόμενης "μίσθωσης-αγοράς" (lease-purchase). Κατά την Κομισιόν, τόσο η νομοθεσία της Κύπρου όσο και η νομοθεσία της Μάλτας θεωρούν σήμερα τη μίσθωση σκαφών αναψυχής ως παροχή υπηρεσίας και όχι ως παροχή αγαθού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιβάλλεται ο ΦΠΑ με τον κανονικό συντελεστή σε ένα μικρό ποσό της πραγματικής τιμής κόστους του σκάφους όταν αυτό τελικά αγοραστεί, ενώ το υπόλοιπο ποσό φορολογείται ως παροχή υπηρεσίας και με πολύ μειωμένο συντελεστή.
Τα 3 κράτη μέλη έχουν προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσουν στα επιχειρήματα της Επιτροπής. Αν δεν απαντήσουν εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να αποστείλει στις αρχές τους αιτιολογημένη γνώμη.
Ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε πως για να έχουμε δίκαιη φορολογία "θα πρέπει να λαμβάνουμε μέτρα όπου αυτό είναι αναγκαίο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ". "Δεν μπορούμε να επιτρέπουμε αυτή την ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση που παρέχεται σε ιδιωτικά σκάφη, η οποία στρεβλώνει επίσης τον ανταγωνισμό στο ναυτιλιακό τομέα. Αυτού του είδους οι πρακτικές παραβιάζουν τη νομοθεσία της ΕΕ και πρέπει να σταματήσουν", αναφέρει ο Επίτροπος.
Ποιότητα καυσίμων
Η Κομισιόν αποφάσισε επίσης σήμερα να επιτείνει τη διαδικασία επί παραβάσει κατά της Κύπρου και άλλων 9 κρατών (Αυστρία, στο Βέλγιο, στην Ελλάδα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ισπανία, στη Λετονία, στη Ρουμανία, στην Τσεχική Δημοκρατία και στη Φινλανδία) αποστέλλοντας επιστολή αιτιολογημένης γνώμης, επειδή δεν μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο τους ενωσιακούς κανόνες σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ [οδηγία (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου].
Σύμφωνα με την Κομισιόν, η εν λόγω οδηγία θεσπίζει κανόνες για τον υπολογισμό και την αναφορά των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από καύσιμα και από άλλες πηγές ενέργειας μη βιολογικής προέλευσης, με στόχο να συλλεχθούν στοιχεία επαρκούς ακρίβειας, ώστε η Κομισιόν να μπορεί να αξιολογήσει τις επιδόσεις των προμηθευτών καυσίμων όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους στο πλαίσιο της οδηγίας για την ποιότητα των καυσίμων (οδηγία 98/70/ΕΚ).
Στην εν λόγω οδηγία θεσπίζεται ως στόχος να έχει μειωθεί, έως το τέλος του 2020, κατά τουλάχιστον 6 % η ένταση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα παρεχόμενα καύσιμα και ενέργεια. Η μέθοδος υπολογισμού έχει επίσης το πλεονέκτημα ότι μειώνει το διοικητικό φόρτο για τους προμηθευτές και τα κράτη μέλη. Σύμφωνα με την Κομισιόν, τα κράτη μέλη όφειλαν να είχαν μεταφέρει στην εθνική τους νομοθεσία τους ενωσιακούς κανόνες για τον υπολογισμό και την αναφορά των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από καύσιμα έως τις 21 Απριλίου 2017.
Η Κομισιόν απέστειλε ήδη προειδοποιητική επιστολή στα εν λόγω κράτη μέλη το Μάιο του 2017. Εάν τα οικεία κράτη μέλη δεν λάβουν μέτρα εντός δύο μηνών από την παραλαβή της αιτιολογημένης γνώμης, η υπόθεση μπορεί να παραπεμφθεί στο Δικαστήριο της ΕΕ.