Με τη διαχείριση των παράκτιων περιοχών και την αειφόρο χρήση των παράκτιων πόρων καλείται να προχωρήσει η Κύπρος, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις που αφορούν την υπερσυγκέντρωση των οικονομικών δραστηριοτήτων και του πληθυσμού στις παράκτιες περιοχές, την ανάπτυξη υποδομών και οικοδομών επηρεάζοντας παράκτιους και θαλάσσιους πόρους, την απώλεια της εύφορης γεωργικής γης, τον κατακερματισμό της λήψης αποφάσεων σχετικά με τις πολιτικές και τις δράσεις που αφορούν την παράκτια ανάπτυξη, την έλλειψη ορθής αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων του περιβάλλοντος και την περιορισμένη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση.
Πέραν από τις προκλήσεις, στην παράκτια ζώνη παρουσιάζονται πιέσεις που αφορούν την υπεράντληση φυσικών πόρων και την υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων, την υποβάθμιση της ποιότητας του νερού και του θαλάσσιου περιβάλλοντος, την εξάντληση των υδάτινων πόρων, την επιτάχυνση της διάβρωσης, τη συσσώρευση της ρύπανσης από διάφορες πηγές, την αύξηση της οικοδόμησης και ανάπτυξη έργων υποδομής λόγω πληθυσμιακής συγκέντρωσης και τουρισμού, την κακή διαχείριση των αστικών, βιομηχανικών και γεωργικών λυμάτων που διοχετεύονται στη θάλασσα, καθώς και την αύξηση κινδύνου λόγω κλιματικής αλλαγής.
Πρόσφατα το Τμήμα Περιβάλλοντος, προχώρησε σε δημόσια διαβούλευση για την παρουσίαση της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για την Εθνική Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ) της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι παρουσιάσεις έγιναν από εκπροσώπους του Τμήματος Περιβάλλοντος και της κοινοπραξίας, στην οποία συμμετείχαν η Εταιρεία ALA Planning Partnership Consultancy L.L.C. και το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας – Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων / Υγροτόπων (ΕΚΒΥ).
Τέσσερις περιβαλλοντικές οργανώσεις (Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών Οργανώσεων, Terra Cypria, Πτηνολογικός Σύνδεσμος, Πρωτοβουλία για τη Διάσωση των Φυσικών Ακτών) έχουν την άποψη ότι η Εθνική Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την ΟΔΠΖ έπρεπε να έπονται και όχι να προηγούνται της εναρμόνισης της νομοθεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Πρωτόκολλο της Σύμβασης της Βαρκελώνης για την ΟΔΠΖ της Μεσογείου.
Παράλληλα, θεωρούν ότι καθ’ ύλην αρμόδια Αρχή για τη διαχείριση της Ζώνης Προστασίας της Παραλίας και του χερσαίου ορίου της παράκτιας ζώνης πρέπει να είναι το Τμήμα Περιβάλλοντος του υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος. Σημειώνεται ότι σήμερα καθ’ ύλην αρμόδια Αρχή για τον καθορισμό της κοντινής παράκτιας ζώνης είναι ο υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος δύναται να καθορίσει, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη Ζώνη Προστασίας της Παραλίας.
Επιπλέον, διαπιστώνουν ότι, οι στόχοι της Εθνικής Στρατηγικής και του Σχεδίου Δράσης για την ΟΔΠΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν είναι μετρήσιμοι.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι παρατηρείται έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού όσον αφορά την φέρουσα ικανότητα της ακτογραμμής να δεχτεί μεγάλης κλίμακας αναπτύξεις. Επιπλέον, τονίζουν, δεν υφίσταται επαρκής αιτιολόγηση όσον αφορά τις πραγματικές ανάγκες που καλούνται να καλύψουν οι χώροι ελλιμενισμού σκαφών αναψυχής, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό, τη χωροθέτηση και τη χωρητικότητα των ήδη υφιστάμενων εμπορικών και βιομηχανικών λιμανιών, μαρίνων και αλιευτικών καταφυγίων. Σημειώνουν ότι δεν εκπονήθηκε ποτέ χωροταξικό σχέδιο για τις μαρίνες και τους χώρους ελλιμενισμού σκαφών αναψυχής, ενώ παράλληλα καμία από τις δύο πολιτικές δεν υποβλήθηκε ποτέ σε ΣΜΠΕ και Δέουσα Εκτίμηση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΔΕΕΠ).
Πηγή: Φιλελεύθερος